Η φωτογραφία είναι από προετοιμασία του κισκετς το 1997
Κισκέκ(ι): Πανηγυριώτικο φαγητό από αλεσμένο ρεβύθι, σιτάρι και κρέας.
Ο λέσβιος συγγραφέας Κώστας Τσέλεκας αναφέρει για το «κισκέκ(ι)»:
“Το πρωτοαντίκρισα και το πρωτόφαγα στα Παράκοιλα, στη γιορτή των Ταξιαρχών το 1927 [...] Από τότε έγινε για μένα μια εξαιρετική λιχουδιά, που δυστυχώς μόνο λίγες φορές την απολαμβάναμε στα πανηγύρια των Ταξιαρχών (Παρακοίλων - Μανταμάδου), της Αγίας Τριάδος και Ζωοδόχου Πηγής της Καλλονής, του Ταύρου, της Αγίας Παρασκευής, ή σε κανένα αρχοντόγαμο του κάμπου Καλλονής, γιατί η παρασκευή του, εκτός από τα κύρια υλικά που απαιτούνται γι' αυτήν, χρειάζεται και κάποια ειδικότητα του μάγειρα και υπομονή. Στα πανηγύρια υπάρχει αυθόρμητη προσφορά υπηρεσίας [...] με προαιρετική ή καθορισμένη συμβολικά χρηματική εισφορά κατά την παραλαβή [...] εκτός εάν υπάρχει χορηγός που αναλαμβάνει όλα τα έξοδα του και τότε διανέμεται εντελώς δωρεάν. Χορηγοί παρουσιάζονται συνήθως στο πανηγύρι του Ταύρου, των Ταξιαρχών Μανταμάδου και στα πανηγύρια της Καλλονής, από ζωοτρόφους ή ξενητεμένους για εκπλήρωση "τάματος" των. Πολλές φορές στέλνουν χρήματα από την ξενιτιά γι' αυτό το σκοπό στην Επιτροπή να αγοραστεί ο "Ντανάς" (= ταύρος, στην Καλλονή λέγεται "κουρμπάνι"), να γίνει το κισκέκ' του πανηγυριού”. (Τσέλεκας Κώστας, “Απ' τα έθιμα που δεν σβήνουν... Του κισκέκ!”, Τα Καλλονιάτικα, τεύχος 4, Σύλλογος Καλλονιατών Λέσβου, Αθήνα 1980, σ. 4).
Στην εγκυκλοπαίδεια διαβάζουμε: Κισκέτσ' (το) = είδος φαγητού από σιτάρι χοντραλεσμένο και κρέας πολ-τοποιημένο απ' το βρασμό. Το φτιάχνουν σε τεράστια καζάνια και το μοιράζουν στους μετέχοντες στη γιορτή του Αγιου, προς τιμήν του οποίου γίνονται και άλλες εκδηλώσεις και κυρίως αλογοδρομίες (Αγία Παρασκευή, Κεραμειά, Πηγή). Φρ. < τουν έκανα κισκέτσ' > (= τον έλυωσα απ' το ξύλο, όπως το κισκέτσ' που το χτυπούν μεσ' το καζάνι για να πολτοποιηθεί >. [τουρκ. keckek]
Το σεξ ανά τους αιώνες
Πριν από 2 εβδομάδες
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου